Το μεγάλο πρόβλημα του αυξημένου κόστους παραγωγής λόγω εκτόξευσης των τιμών της ενέργειας που συμπαρασύρει τις τιμές των γεωργικών εισροών, υπογράμμισε η ελληνική πλευρά στο Συμβούλιο Υπουργών Γεωργίας & Αλιείας. Η τακτική σύνοδος του Συμβουλίου πραγματοποιήθηκε στις 21 Φεβρουαρίου 2022. Την Ελλάδα εκπροσώπησε ο Γενικός Γραμματέας Αγροτικής Πολιτικής και Διεθνών Σχέσεων κ. Κωνσταντίνος Μπαγινέτας.
Κατά την Υπουργική συζήτηση για τις εξελίξεις στην κατάσταση της αγοράς των γεωργικών προϊόντων της Ένωσης, η Ελληνική πλευρά υπογράμμισε το μεγάλο πρόβλημα του αυξημένου κόστους παραγωγής λόγω εκτόξευσης των τιμών της ενέργειας που συμπαρασύρει τις τιμές των γεωργικών εισροών. Λαμβάνοντας δε υπόψη το ορεινό και νησιωτικό ανάγλυφο των αγροτικών περιφερειών της Ελλάδας που αποτελεί ήδη τροχοπέδη για την ανταγωνιστικότητα των γεωργών, οι τρέχουσες δυσανάλογες αυξήσεις στο κόστος της ενέργειας, των μεταφορών, των πρώτων υλών και των μηχανημάτων είναι ικανές να απειλήσουν ευθέως την βιωσιμότητα των εκμεταλλεύσεων. Η Ελληνική πλευρά κάλεσε την Επιτροπή για στενή παρακολούθηση των εξελίξεων από την Επιτροπή, προσβλέποντας σε εναλλακτικές λύσεις για την αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης και του επακόλουθου πληθωρισμού των τιμών.
Στο πλαίσιο αυτό, η Ελληνική πλευρά ενημέρωσε, επιπλέον, το Συμβούλιο για την αστάθεια που έχει προκληθεί σε πολλές καλλιέργειες λόγω των ακραίων, απρόβλεπτων και συνεχώς μεταβαλλόμενων καιρικών συνθηκών στη χώρα. Πιο συγκεκριμένα, κατά τον τελευταίο χρόνο έχει παρατηρηθεί συνεχής εναλλαγή μεταξύ υψηλών θερμοκρασιών και παγετών, αλλά και μεταξύ έντονων περιόδων ξηρασίας και πλημμυρών, διαταράσσοντας τον βιολογικό κύκλο των καλλιεργειών και τις εσοδείες τους. Κλείνοντας, τόνισε ότι συζητήσεις σαν την σημερινή είναι ζωτικής σημασίας και ότι οι όποιες αποφάσεις μας θα πρέπει να έχουν γνώμονα την αλληλο-υποστήριξη και την ενδυνάμωση του αγροδιατροφικού τομέα της Ένωσης, ως σύνολο.
Επίσης, στο Συμβούλιο συζητήθηκε η ανάγκη για ενίσχυση της συνοχής μεταξύ της ΚΑΠ, της Πράσινης Συμφωνίας και της εμπορικής πολιτικής της Ένωσης, με στόχο μια επιτυχημένη μετάβαση σε βιώσιμα συστήματα τροφίμων, ικανοποιώντας την απαίτηση των Ευρωπαίων πολιτών για υψηλό επίπεδο υγειονομικών, περιβαλλοντικών και δεοντολογικών πτυχών στα συστήματα τροφίμων, και κυρίως για ένα δίκαιο εισόδημα στον αγροτικό τομέα. Η Ελληνική πλευρά επεσήμανε ότι είναι ορατός ο κίνδυνος της μείωσης του αγροτικού εισοδήματος, της αύξησης τιμών καταναλωτή και της εισαγωγής προϊόντων με μειωμένες υγειονομικές και περιβαλλοντικές απαιτήσεις, και ότι πρέπει να αντιμετωπιστεί εγκαίρως. Η επιτυχία της Ένωσης στο εγχείρημα της μετάβασης σε πιο βιώσιμα συστήματα τροφίμων εξαρτάται πρωτίστως από τη βιωσιμότητα του πρωτογενούς γεωργικού τομέα στην Ένωση, υπογράμμισε η Ελληνική πλευρά.